Τζαμί Ασλάν Πασά – Δημοτικό Μουσείο
Το Δημοτικό Εθνογραφικό Μουσείο Ιωαννίνων βρίσκεται μέσα στο κάστρο και στεγάζεται στο τζαμί του Ασλάν πασά που κατασκευάστηκε στις αρχές του 17ου αιώνα (πιθανώς το 1618) από τον Ασλάν Πασά, ο οποίος ηγεμόνευσε στα Γιάννινα κατά το διάστημα 1600 – 1612.
Κτίστηκε στη θέση όπου σύμφωνα με την παράδοση υπήρχε τη βυζαντινή εποχή ο ναός του Αγίου Ιωάννη.
Το Τζαμί του Ασλάν Πασά υπήρξε ο πυρήνας ενός μεγάλου θρησκευτικού – εκπαιδευτικού συγκροτήματος, από το οποίο σήμερα σώζεται ο ομώνυμος Τουρμπές (Μαυσωλείο), ο Μενδρεσές (ιεροδιδασκαλείο) και τα Μαγειρεία (εστία). Το Δημοτικό Μουσείο φιλοξενεί τρεις συλλογές, αντιπροσωπευτικές των κατοίκων του κάστρου κατά τη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας του: χρισταιανική, εβραϊκή, μουσουλμανική. Τα αντικείμενα είναι δωρεές επιφανών οικογενειών, χρονολογούνται από τον 18ο–20ο αιώνα και είναι σκεύη με χρηστικό και διακοσμητικό χαρακτήρα από διάφορα μέταλλα ή και πορσελάνη. Επίσης μπορεί κανείς να δει όπλα και ενδυμασίες χαρακτηριστικές της περιόδου της Τουρκοκρατίας. Στα αντικείμενα της συλλογής του χριστιανικού στοιχείου περιλαμβάνονται και εκκλησιαστικά αργυρά σκεύη, άμφια και εκκλησιαστικά βιβλία από τη Συλλογή του Αρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος. Στην εβραϊκή συλλογή εκτίθενται παραπετάσματα από το κτήριο της παλαιάς συναγωγής, φορεσιές κ.α της άλλοτε ακμάζουσας εβραϊκής κοινότητας Ιωαννίνων. Τα αντικείμενα από το μουσουλμανικό στοιχείο εκτίθενται στον κεντρικό χώρο. Υπάρχουν ανατολίτικα υφάσματα του 16ου,του 17ου και του 18ου, έπιπλα από ξύλο και φίλντισι της εποχής του Αλή-Πασά, μπρούτζινα αντικείμενα και μουσουλμανικά βιβλία. Στους χώρους που περιβάλλουν το τέμενος υπάρχει η πυριτιδαποθήκη, η σπηλιά του Διονυσίου Φιλοσόφου, τάφοι επιφανών Τούρκων και ο μεσαιωνικός πύργος. Πολύ κοντά στην συγκεκριμένη Ακρόπολη βρίσκονται 3 σημαντικά μνημεία της εποχής της Τουρκοκρατίας. Πρόκειται για το λουτρό, την τουρκική βιβλιοθήκη και το σουφαρί σεράι.

Κάστρο Ιωαννίνων, Αλ. Νούτσου 18 Τηλέφωνο: 26510 26356

Τζαμί και Μεντρεσές του Βελή-πασά
Το Τζαμί του Βελή-πασά ή Τσιεκούρ-τζαμί βρίσκεται στη νότια πλευρά του λόφου των Λιθαριτσίων, στον μέσο περίπου μεγάλης ακάλυπτης έκτασης που διαμορφώνεται από τις νοτιοανατολικές παρυφές του λόφου και από τις ανατολικές υπώρειες του κεντρικού υψιπέδου της «άνω πόλης».
Νότια και ανατολικά της έκτασης αυτής αναπτύσσονταν οι συνοικίες Τσιεκούρ και Πλιθοκοπιό. Μαζί με τον Μενδρεσέ (ιεροδιδασκαλείο) που είναι κτισμένος στα βόρειά του, αποτέλεσαν αναπόσπαστα καθιδρύματα του σεραγιού, που έκτισε παραπλεύρως ο Αλή Πασάς για το γιο του Βελή. Το Τζαμί αποτελείται από μία μεγάλη, τετράγωνη, θολοσκέπαστη αίθουσα, στα δυτικά της οποίας αναπτύσσεται κλειστό προστώο το οποίο φαίνεται ότι κλείσθηκε εκ των υστέρων, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι αρχικά ήταν ανοικτό.
Μετά την απελευθέρωση αποτέλεσε κτίριο στρατωνισμού, παραχωρήθηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού, και στην συνέχεια το Τζαμί μαζί με τα κτίρια συνοδείας (Μενδρεσές και Μαγειρεία) παραχωρήθηκαν, με απόφαση του Υπουργείου, στον Δήμο Ιωαννιτών. Ο Μενδρεσές (ιεροδιδασκαλείο) βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το Τζαμί του Βελή–πασά.
Στο Μενδρεσέ, τον οποίο έκτισε Αλή Πασάς (τέλη 18ου αι.) στην προσπάθειά του να ολοκληρώσει ένα θρησκευτικό κέντρο δίπλα από το παρακείμενο σεράι του γιου του, Βελή, διέμεναν οι σπουδαστές που διδάσκονταν θεολογία και φιλοσοφία. Ήταν ανώτερο σχολείο σε αντίθεση με τα μεχτέπ, δηλαδή σχολεία κατώτερης βαθμίδας. Στον Μενδρεσέ του Βελή-πασά στεγάζεται σήμερα το Μουσείο της Εθνικής Αντίστασης.

Τζαμί Καλούτσιανης
Το Τζαμί της Καλούτσιανης βρίσκεται στην κεντρική πλατεία της ομώνυμης συνοικίας της πόλης. Σύμφωνα με επιτοίχια επιγραφή (άγνωστη σήμερα) το Τζαμί κτίστηκε το 1740 από τον Χατζή Μεχμέτ–πασά, βαλή (διοικητή) των Ιωαννίνων, στη θέση ενός μετζίτ (οθωμανικός ναός χωρίς μιναρέ).
Σύμφωνα με τους μελετητές, το τζαμί ονομάστηκε έτσι μετά από την εκδήλωση του επαναστατικού κινήματος του Διονυσίου Φιλοσόφου τον Σεπτέμβριο του 1611, το οποίο είχε ως επίκεντρο το σημείο αυτό. Η ονομασία προέρχεται από τουρκικές λέξεις και σημαίνει βρύση αίματος (τσεσμέ = βρύση, καν = αίμα). Μαρτυρεί λοιπόν, με αυτό τον τρόπο, την τραγική για τον χριστιανικό πληθυσμό των Ιωαννίνων, κατάληξη του κινήματος του Σκυλοσόφου.
Όπως ήταν σύνηθες, το τζαμί έδωσε το όνομά του και στην γύρω περιοχή, το οποίο με την πάροδο του χρόνου έγινε Καλούτσ(ζ)ιασμη – Καλούτσιανη. Ο τύπος αυτός αναγράφεται σε έγγραφα του 1874 και 1878 και μνημονεύεται από τους Παΐσιο (1690), Ε. Τσελεμπή (17ος αιώνας) και Ι. Λαμπρίδη (1886). Μέχρι την απελευθέρωση της πόλης των Ιωαννίνων, το 1913, το Τζαμί λειτουργούσε ως μουσουλμανικό τέμενος.
Μετά την απελευθέρωση περιήλθε ως ανταλλάξιμο στην ιδιοκτησία της Εθνικής Τράπεζας, στέγασε για ένα διάστημα τον σταθμό υπεραστικών λεωφορείων και στη συνέχεια εκποιήθηκε σε ιδιώτες. Προσφάτως ολοκληρώθηκε η απαλλοτρίωσή του από το Υπουργείο Πολιτισμού και εκτελείται σειρά εργασιών προκειμένου να βελτιωθεί η εικόνα του μνημείου και να απομακρυνθούν οι κακότεχνες κατασκευές που έχουν συσσωρευτεί στο κτίσμα από την μακρόχρονη, μη συμβατή με το τέμενος, χρήση.

Φετιχιέ τζαμί
Στο ανατολικότερο και υψηλότερο σημείο της ακρόπολης Ιτς Καλέ, δεσπόζει το Φετιχιέ τζαμί. Σύμφωνα με την παράδοση, το τζαμί είναι χτισμένο στην θέση του προϋπάρχοντος βυζαντινού ναού των Ταξιαρχών. Μοναδικά λείψανα του προϋπάρχοντος βυζαντινού ναού, αποτελούν οι δύο μαρμάρινοι πεσσίσκοι τέμπλου του 13ου αιώνα, που είναι εντοιχισμένοι στην κόγχη (μιχράμπ).
Σύμφωνα με τις πηγές, τον 15ο αιώνα, μετά την υποταγή των κατοίκων της πόλης των Ιωαννίνων (1431) στους Οθωμανούς, χτίστηκε στο σημείο το πρώτο μουσουλμανικό «μετζήτ» (θρησκευτικό ίδρυμα), που ονομάστηκε «Φετιχιέ» .
Πρόκειται για την τούρκικη εκδοχή της λέξης «κατάκτηση». Τον 17ο αιώνα, ο Τζαλαλή πασάς ανέλαβε την δαπάνη για την κατασκευή του τζαμιού. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, επρόκειτο για ένα μεγαλόπρεπο τζαμί, που εντυπωσίαζε τους επισκέπτες. Σύμφωνα με γραπτές πηγές και λιγοστά αρχαιολογικά τεκμήρια, η ανοικοδόμηση του ναού πραγματοποιήθηκε στα 1770. Στα τέλη του αιώνα, αποτελούσε τον πυρήνα της θρησκευτικής ζωής στην ακρόπολη Ιτς Καλέ και γύρω στα 1795, ανακαινίστηκε από τον Αλή πασά, προκειμένου να λειτουργήσει ως ναός του σεραγιού.
Τα τελευταία χρόνια η 8η Εφορεία Βυζαντινών αρχαιοτήτων, πραγματοποίησε μια σειρά εργασιών αναστήλωσης και στερέωσης στο κτίριο.