Κάστρο του Άγιου Ανδρέα
Το κάστρο του Άγιου Ανδρέα (Ιτς Καλέ) βρίσκεται στα βόρεια της πόλης της Πρέβεζας δίπλα στη θάλασσα. Κτίστηκε από τους Οθωμανούς στις αρχές του 17ου αιώνα αμέσως μετά από την κατεδάφιση του κάστρου της Μπούκας καθώς η απουσία του δυσχέραινε τον έλεγχο των στενών. Οι Οθωμανοί επέλεξαν να χτίσουν στην περιοχή αυτή αφού υπάρχει έως και σήμερα μια φυσική υπερύψωση. Επένδυσαν εξωτερικά με λιθοδομή και κατασκεύσαν το νέο τους κάστρο στη θέση που ονομαζόταν «στο κυπαρίσσι», λόγω προφανώς της ύπαρξης εκεί μεγάλου κυπαρισσιού συχνού φυτικού είδους της περιοχής ακόμη και σήμερα. Το κάστρο που σήμερα ονομάζουμε του Αγίου Αντρέα έχει τρεις κατασκευαστικές φάσεις:
Την κύρια πύλη του κάστρου διακοσμούσαν αρχιτεκτονικά μέλη από τα ερείπια της αρχαίας Νικόπολης, η οποία, δυστυχώς, έπαιξε ρόλο λατομείου για τα οχυρωματικά έργα του Αλή στην Πρέβεζα. Σε διάφορα σημεία των τειχών του κάστρου υπήρχαν και άλλα λίθινα ανάγλυφα, από τα οποία αντλούμε στοιχεία για τα επισκευαστικά έργα που έγιναν σε αυτό.
Μετά την απελευθέρωση της πόλης το κάστρο χρησιμοποιήθηκε ως χώρος εγκατάστασης στρατιωτικών μονάδων. Μετά την αποχώρηση της τελευταίας στρατιωτικής μονάδας, το Μάρτιο του 2005, ο χώρος έμεινε απροστάτευτος και αφέθηκε να ερημωθεί και να λεηλατηθεί. Με υπουργική απόφαση τον Οκτώβριο του 1980 το κάστρο κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο ενώ με το νόμο του 2002 χαρακτηρίζονται τα κάστρα της χώρας ως ιστορικά μνημεία. Μπροστά από το κάστρο ξεκινάει ο κεντρικός παραλιακός δρόμος της Πρέβεζας με μερικά ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής ομορφιάς κτίρια.

Kάστρο του Αγίου Γεωργίου
Το κάστρο του Αγίου Γεωργίου (Γενί Καλέ), στο νοτιότερο άκρο τις παλιάς πόλης της Πρέβεζας, στην περιοχή που ονομαζόταν Κοκκινόχωμα. Χτίσθηκε από τον Αλή Πασά στις αρχές του 19ου αιώνα την ίδια περίοδο που που περιστοίχισε, περιμετρικά, με τάφρο την πόλη (ντάπια). Αποτελείται από ένα επικλινές περιφερειακό τείχος που περιβάλλει εσωτερικό προαύλιο. Το περίμετρικό τείχος ενισχύθηκε στην συνέχεια με προμαχώνες στην βόρεια αλλά και στην νότια πλευρά που είναι και η είσοδος του Αμβρακικού κόλπου.
Το σχήμα που επελέγη είναι εκείνο της περίκλειστης εσωτερικής αυλής και του περιμετρικού τείχους εφοδιασμένο με προμαχώνες σε κάθε αλλαγή πορείας της χάραξης. Στη βόρεια πλευρά του οχυρού, όπου και η πύλη εισόδου, διακρίνονται δύο πολυγωνικοί προμαχώνες με κεκλιμένες εξωτερικές επιφάνειες. Το υπόλοιπο οχυρό καταλήγει σε άλλο ογκώδη ακανόνιστο προμαχώνα προς νότο κοντά στη θάλασσα.
Κατάλληλα διαμορφωμένα, με πολλαπλές γωνίες, παρουσιάζονται τα τείχη, γεγονός που απορρέει από τη μορφολογία του εδάφους. Ολόκληρο το εσωτερικό των τειχών και των προμαχώνων αποτελείται από καμάρες, Σε αυτό το φρούριο υπήρχαν οι αποθήκες πολεμοφοδίων.
Ακόμη, λόγω του ενετικού ελαιώνα που εκτείνεται στα δυτικά του και λόγω του κάστρου του Παντοκράτορα, δεν βάλλεται από τα εχθρικά πλοία που πλέουν στο Ιόνιο πέλαγος αφού δεν είναι ορατό.
Και αυτό το κάστρο, μετά την απελευθέρωση της Πρέβεζας χρησιμοποιήθηκε ως χώρος εγκατάστασης στρατιωτικών μονάδων. Σήμερα είναι αδύνατη η είσοδος στο εσωτερικό του, το οποίο είναι εγκαταλειμμένο.

Κάστρο Παντοκράτορα
Ο Παντοκράτορας είναι ένας παραθαλάσσιος οικισμός νοτιοδυτικά της Πρέβεζας. Απέχει 400 μ. από την έξοδο του υποθαλάσσιου τούνελ Πρέβεζας-Ακτίου και ιδρύθηκε από πρόσφυγες μετά τη μικρασιατική καταστροφή.
Σε απόσταση ενός χιλιομέτρου περίπου δυτικά της πόλης της Πρέβεζας, πάνω στην παραλία και ακριβώς στο γύρισμα της ακτής προς το Ιόνιο πέλαγος, υψώνεται το φρούριο του Παντοκράτορα. Ο Σπύρος Αραβαντινός αναφέρει ότι το φρούριο πήρε το όνομά του από την εκκλησία του Παντοκράτορα που χτίστηκε εκεί, κατά τη διάρκεια της γαλλικής κατοχής της πόλης, πριν την ανέγερσή του κι έδωσε το όνομά της και στον γειτονικό οικισμό. Οι ευρωπαίοι το ονόμαζαν «Ενετικό» ή «Βενετσιάνικο» κάστρο.
Το κάστρο του Παντοκράτορα κτίστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα από τον Αλή Πασά βάσει σχεδίου του Γάλλου μηχανικού Yadocourt. Βέβαια αυτή η αποστολή κάλυπτε σκοπιμότητες της στρατηγικής των Γάλλων στην Ήπειρο και την Αλβανία. Η θέση του εξυπηρετούσε τον απόλυτο έλεγχο της ναυσιπλοΐας της εισόδου του Αμβρακικού κόλπου. Μέσα στο κάστρο, στο ανατολικό τμήμα της νότιας πτέρυγας, υψώνεται μικρός ναός αφιερωμένος στη μνήμη των Αγ. Αναργύρων.
Το κυρίως εσωτερικό τετράγωνο φαίνεται ότι αποτελεί τον αρχικό πυρήνα του οχυρού, ενώ ο περίτεχνος επιθαλάσσιος προμαχώνας αποτελεί μεταγενέστερη κατασκευαστική φάση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το κάστρο χρησιμοποιήθηκε τα μεταγενέστερα χρόνια από την ελληνική κυβέρνηση για φυλακές κρατουμένων. Οι κατασκευές των φυλακών με τις αίθουσες των κρατουμένων και τους βοηθητικούς τους χώρους βρίσκονται στη νοτιοδυτική πτέρυγα του κάστρου. Ένας μεγάλος εξώστης από οπλισμένο σκυρόδεμα υψώνεται ελεύθερα μέσα στην εσωτερική αυλή, συνδέοντας τα κελιά με τους χώρους διοίκησης των φυλακών που βρίσκονται πάνω στην ανατολική πτέρυγα του φρουρίου.

Kάστρο των Ριζών (Θωμόκαστρο)
Κοντά στο χωριό Ριζά σε ύψωμα φυσικό οχυρό, βρίσκεται το περίφημο κάστρο Θωμόκαστρο ή κάστρο της Ρινιάσας, ένα μνημείο με μεγάλη ιστορική αξία. Θεωρείται ότι κτίστηκε στα τέλη του 13ου ή στις αρχές του 14ου αιώνα, σε νευραλγικό σημείο κοντά στο Ιόνιο Πέλαγος. Το κάστρο ανεγέρθηκε επί δεσποτείας του Θωμά Α΄ (1296-1318), από εκεί προήλθε η ονομασία του, με σκοπό να ενισχύσει την άμυνα της Μεσαιωνικής ακρόπολης της Ρηνιάσας και έλεγχε το εμπόριο που γίνονταν από την θάλασσα και την ξηρά. Κατά το μεσαίωνα είχε αναπτυχθεί καστροπολιτεία. Επίσης άλλη μια πολύ γνωστή ονομασία είναι κάστρο της Δέσπως.
Ιστορία
Το 1338 στην επανάσταση κατά της Βυζαντινής επικυριαρχίας, στο κάστρο είχε καταφύγει ο δεσπότης της Ηπείρου Νικηφόρος Β’ Ορσίνι. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός (πριν ακόμα γίνει αυτοκράτορας) μετά την κατάληψη των κάστρων της Άρτας και των Ρωγών, έπεισε τον Νικηφόρο να παραδώσει το κάστρο. Ο Νικηφόρος παντρεύτηκε την κόρη του Καντακουζηνού και μετακόμισε στην Κωνσταντινούπολη.
Οι Βυζαντινοί το διατήρησαν μέχρι το 1350 οπότε κατελήφθη από τους Σέρβους (του Στέφανου Δουσάν) και στη συνέχεια από τους Αλβανούς που το ονόμασαν Ρινιάσα. Ο Αλβανός ηγεμόνας Κάρολος Τόκο αργότερα, βελτίωσε την οχύρωση, βάζοντας κανόνια (Λουμπάρδες).

Φρούριο Μπούκας
Χτίστηκε από τους Οθωμανούς, στη δυτική πλευρά των στενών της εισόδου του Αμβρακικού κόλπου (μπούκα = είσοδος) γύρω στα τέλη του 15ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1478. Άλλη ονομασία είναι Castello della Preveza.
Bελτιώθηκε οχυρωματικά από τους Ενετούς το 1684, με αρχιστράτηγο τον Φραγκίσκο Μοροζίνι. Ο Μοροζίνι έκανε πολλές προσθήκες ώστε ένα φρούριο του 15ου-16ου αιώνα να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις του προηγμένου πλέον πυροβολικού του τέλους του 17ου αιώνα. Αποτελούσε τετράγωνο οχυρό με 4 ή 2 πολυγωνικούς πύργους στις γωνίες του.
Το φρούριο ανατινάχτηκε από τους Ενετούς τον Αύγουστο του 1701, όταν με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς (1699) υποχρεώθηκαν να παραδώσουν την πόλη στους Οθωμανούς. Στη θέση του χτίστηκε την εποχή της κυριαρχίας του Αλή Πασά το θερινό του ανάκτορο (saray), το οποίο κάηκε μαζί με ό,τι είχε απομείνει από το παλιό κάστρο από το γιο του, το 1820. Σήμερα η περιοχή αυτή της Πρέβεζας ονομάζεται «Παλιοσάραγα» και προέρχεται από το παλιό Σαράι του Αλή Πασά. Στην περιοχή σώζονται τα ιαματικά λουτρά του παλιού Σαραγιού. Έχουν αναβαθμιστεί από το δήμο Πρέβεζας και λειτουργούν εδώ και αρκετές δεκαετίες.

Φρούριο Λασκάρας
Το Κάστρο – Φρούριο της Λασκάρας (Κούλια της Λασκάρας) είναι οχυρωματικό έργο της έσχατης Οθωμανικής περιόδου (δεύτερο μισό του 19ου αιώνα) και βρίσκεται στην κορυφή του λόφου «Τουρκοβούνι» στη χερσόνησο της Λασκάρας του Δήμου Πρέβεζας, σε υψόμετρο 145m. Ο λόφος βρίσκεται στην άκρη της χερσονήσου του Αγίου Θωμά, που στα τέλη του 19ου – αρχή του 20ού αιώνα ονομαζόταν Σκαφιδάκι. Η πρόσβαση στο κάστρο γινόταν μέσω λιθόστρωτου μονοπατιού, το οποίο στις μέρες μας έχει, στο μεγαλύτερο τμήμα του, χαθεί. Σήμερα το φρούριο της Λασκάρας είναι εγκαταλελειμμένο αλλά καλοδιατηρημένο.